Eιδικό ασφαλιστικό πόρο που δεν θα ξεπερνάει τα 413 ευρώ τον μήνα, ακόμη κι αν το εισόδημά τους είναι πολύ υψηλό, θα καταβάλλουν υπέρ του ΕΦΚΑ οι συνταξιούχοι που θα επιλέξουν να συνεχίσουν να εργάζονται, από την 1η Ιανουαρίου 2024 και μετά (φωτογραφία: Πνευματικά δικαιώματα: Eurokinissi)!
Βάσει του τελικού σεναρίου που φαίνεται πως εγκρίνει το υπουργείο Εργασίας, το συνολικό ετήσιο ποσό του νέου πόρου δεν θα ξεπερνάει το 12πλάσιο της μηνιαίας εθνικής σύνταξης (413 ευρώ), δηλαδή 4.965 ευρώ. Δηλαδή ο πρώτος από τους δύο «κόφτες» που θα ισχύσουν, θα αφορά το πλαφόν στην ειδική παρακράτηση, ώστε να μην υπερβαίνει σε ποσό τα 413 ευρώ τον μήνα (μια εθνική σύνταξη).
Η τελική διάταξη που –εκτός απροόπτου– θα περιληφθεί στο εργασιακό σχέδιο νόμου που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή εντός του Σεπτεμβρίου (την Παρασκευή λήγει η προθεσμία δημόσιας διαβούλευσης), θα προβλέπει επίσης, όπως έχει ξεκαθαρίσει ο υπουργός Εργασίας Αδωνις Γεωργιάδης, έναν ακόμη «κόφτη», προκειμένου η επιβάρυνση να μην είναι υψηλότερη από αυτή που ισχύει σήμερα, με τη μείωση της σύνταξης του απασχολούμενου κατά 30%.
Ο νέος ασφαλιστικός πόρος δεν θα ξεπερνάει τα 413 ευρώ τον μήνα, ακόμη και αν το εισόδημά τους είναι πολύ υψηλό.
Βάσει των εκτιμήσεων στο υπουργείο Εργασίας, πάνω από το 95% των συνταξιούχων που εργάζονται θα έχουν σημαντικές ελαφρύνσεις, καθώς το πέναλτι του -30% θα καταργηθεί και θα αντικατασταθεί από τον ειδικό πόρο.
Γεωργιάδης: Τα ένσημα της δεύτερης δουλειάς θα υπολογίζονται στη σύνταξη
Αναλυτικά, στην περίπτωση που ο συνταξιούχος αναλάβει μισθωτή εργασία, η παρακράτηση θα είναι στο 10% επί του ακαθάριστου μισθού του, και αυτή θα επιμερίζεται κατά 7,7% και 2,3% σε κύρια και επικουρική ασφάλιση. Ετσι, για μισθό 750 ευρώ μεικτά, θα παρακρατείται επιπλέον των ασφαλιστικών εισφορών ποσό της τάξης των 75 ευρώ τον μήνα. Αντίστοιχα, στην περίπτωση που η απασχόληση αφορά ελεύθερο επάγγελμα, για το οποίο δεν προβλέπεται επικουρική ασφάλιση, ο επιπλέον πόρος που θα κρατείται, θα αντιστοιχεί στο 50% της ασφαλιστικής κλάσης που έχει επιλέξει για κύρια ασφάλιση ο συνταξιούχος. Ετσι, στην πράξη, η εισφορά θα ξεκινάει από τα 255 ευρώ (έναντι 169,95 ευρώ που αντιστοιχεί στην εισφορά που θα πλήρωνε κάποιος μη μισθωτός που δεν λαμβάνει σύνταξη και επιλέγει την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία) και θα σταματάει τον «κόφτη» των 413 ευρώ. Εάν η επιλογή αφορά –που θεωρείται το πλέον πιθανό– την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία, τότε η επιπλέον εισφορά θα είναι της τάξης των 85 ευρώ.
Εφόσον βέβαια κάποιος συνταξιούχος αναλαμβάνει εργασία, η ασφάλιση της οποίας περιλαμβάνει και επικούρηση, το νέο «πέναλτι» θα αντιστοιχεί σε κρατήσεις που θα επιμερίζονται σε επιπλέον 40% της κλάσης επιλογής του για κύρια ασφάλιση και επιπλέον 40% της κλάσης για επικουρική ασφάλιση. Ετσι, με δεδομένο πάντα ότι οι περισσότεροι θα επιλέξουν, όπως και οι εν ενεργεία ασφαλισμένοι, την πρώτη ασφαλιστική κλάση, οι εισφορές για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, σε θέσεις όπως δικηγόροι, μηχανικοί κ.λπ., θα ανέρχονται σε 297,7 ευρώ τον μήνα, έναντι 212,7 ευρώ που πληρώνει ένας που δεν εργάζεται. Ητοι, επιπλέον επιβάρυνση της τάξης των 85 ευρώ, επίσης. Και σε αυτήν την περίπτωση πάντως, το ποσό δεν θα ξεπερνάει τα 413 ευρώ τον μήνα.
Κάτω από 900 ευρώ οι μισές συντάξεις
Από την επιβολή του ειδικού αυτού φόρου θα εξαιρούνται οι συνταξιούχοι αγρότες, όσοι συνταξιούχοι εκτός π. ΟΓΑ έχουν εισόδημα από αγροτικές εργασίες έως 10.000 ευρώ ετησίως και άλλες μικρότερες ομάδες συνταξιούχων με κοινωνικά κριτήρια (πολύτεκνοι, ψυχικά ασθενείς κ.λπ.).