Ο Δημοκρατικός Στρατός Πελοποννήσου ξεκίνησε το 1946 ως μια μικρή δύναμη των 250 ενόπλων μαχητών. Η δράση αυτής της δύναμης παραμένει σχετικά περιορισμένη αν και αρκετά αξιόλογη έως και το 1947. Οι βάσεις του ΔΣΠ βρίσκονταν στον Πάρνωνα και των Ταΰγετο αλλά με την επιχείρηση του 1947 επεκτάθηκαν πολύ σε όλη την Μεσσηνία και Αχαΐα. Στις 13 Φλεβάρη του 1947, ο ΔΣΠ επέδραμε με όλες του τις δυνάμεις στις φυλακές Σπάρτης από όπου κατάφερε να απελευθερώσει 244 πολιτικούς κρατούμενους, ανάμεσα σε αυτούς και πολλά παλιά στελέχη του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ. Η νίκη αυτή διπλασία άμεσα τις δυνάμεις του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο, και σύντομα το ηθικό της αντίκτυπο, ώθησε πολλούς στο πλευρό των ανταρτών. Το 1947, έτος κυριαρχίας του ΔΣΕ στο μεγαλύτερο μέρος του Μοριά, η μάχιμη δύναμη του ΔΣΠ υπολογίζεται σε περίπου 3000 μαχητές χωρισμένους σε δύο ταξιαρχίες. Περίπου 1200 ακόμα στελέχη απάρτιζαν τα ΚΠ και την Αυτοάμυνα. Τα αρχηγεία του ΔΣΠ ως είναι φυσικό διευρύνονται και αυτά. Πλέον μιλάμε για τέσσερα στον αριθμό αρχηγεία, αυτά του Πάρνωνα, του Ταΰγετου, του Ερύμανθου και του Μαίναλου.
Οι περιοχές ελέγχου του ΔΣΠ είναι και αυτές ιδιαίτερα αξιόλογες. Η Αχαΐα ελέγχεται σχεδόν εξ ολοκλήρου, με εξαίρεση τις πόλεις Ζαχλορού, Καλάβρυτα, Σκεπαστό και μερικές παραλιακές κωμοπόλεις. Η αντιμετώπιση των ανταρτικών ομάδων της Αχαΐας από μέρους των κυβερνητικών δυνάμεων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Κατά τα τέλη του 1947, όταν είχαν αναπτύξει πια οι ομάδες αυτές πολύπλευρη στρατιωτική και πολιτική δράση σε ολόκληρο σχεδόν το νομό. Μέσα δε στα πλαίσια αυτής ακριβώς της δράστης των ανταρτών, ισχυρές δυνάμεις τους πραγματοποίησαν στις 24 Φλεβάρη του 1948, μια από τις μεγαλύτερες επιτυχείς επιχειρήσεις τους μπαίνοντας από τρία σημεία μέσα στην πόλη του Αιγίου. Ο πατραϊκός Τύπος έγραψε τότε, ότι επικεφαλής των ανταρτών βρίσκονταν οι Σφακιανός, Κατσικόπουλος και Πολυκράτης, αποσιώπησαν όμως την ήττα των κυβερνητικών δυνάμεων, η οποία φαίνεται από τη σχετική τηλεφωνική αναφορά του περιοδεύοντα διοικητή Χωροφυλακής Μπουγάνη προς την ανώτερη διοίκηση του σώματος (Ανωτέρα Διοίκησις Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδος. Τηλεφ. Αιγίου, την 24η-2-48, ώρα 8.30). Κατά τη μάχη εκείνη σκοτώθηκε ανεξακρίβωτος αριθμός χωροφυλάκων και ο ανθυπομοίραρχος Δάγλας, ενώ οι αντάρτες, αφού πέτυχαν τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, αποτραβήχτηκαν χωρίς απώλειες από την πόλη.
Η κορωνίδα όμως της δράσης των ανταρτών του ΔΣΠ έγινε με την μάχη και την κατάληψη της Χαλανδρίτσας στις 5 Ιουλίου του 1948.
Η διάλυση των τμημάτων και φρουραρχείων της χωροφυλακής σε όλη την ορεινή Πελοπόννησο, τα έτη 1946- 1947, είχε ως αποτέλεσμα την διασκόρπιση πολλών δυνάμεων της χωροφυλακής σε όλη την βόρεια Πελοπόννησο. Ήδη από τις αρχές του 1948, οι δυνάμεις αυτές ξεκίνησαν να συγκεντρώνονται στην Χαλανδρίτσα κωμόπολη που βρίσκεται 23 χιλιόμετρα από την Πάτρα. Στην Χαλανδρίτσα, οι δυνάμεις της Χωροφυλακής προέβησαν στην κατασκευή φυλακίων και μικρών οχυρών, μετατρέποντας την πόλη σε φρούριο. Από την διοίκηση του ΔΣΠ, το γεγονός αυτό αντιμετωπίστηκε σαν δυνητική απειλή, αφού μια τέτοια οργάνωση θα επέτρεπε την δημιουργία ισχυρού προπύργιου των κυβερνητικών δυνάμεων στην Αχαΐα. Έτσι το αρχηγείο του Πάρνωνα αποφασίζει να αναλάβει σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα αρχηγεία, δράση ενάντια στην Χαλανδρίτσα. Για την προπαρασκευή της επιχείρησης κινητοποιείται η παράνομη οργάνωση του ΚΚΕ Χαλανδρίτσας και συλλέγει πληροφορίες τόσο σχετικά με τις θέσεις και την οχύρωση των φυλακίων αλλά και με τον αριθμό και τον οπλισμό των χωροφυλάκων.
Η επιχείρηση αποφασίστηκε να μην περιοριστεί στην Χαλανδρίτσα, αλλά να γίνει σε συνδυασμό με μια σειρά από άλλες αποπροσανατολιστικές επιχειρήσεις σε όλο το παραλιακό τόξο της Πελοποννήσου.
Οι δυνάμεις, που θα παίρναν μέρος στην επιχείρηση ξεκίνησαν από την Ρακίτα, χωρισμένες σε μεγάλες ομάδες των 50, κάθε μια από τις οποίες κατευθύνθηκε στον προσδιορισμένο από πριν στόχο της. Το συγκρότημα της Κορινθίας, με επικεφαλής τον Μανώλη Σταθάκη θα χτυπούσε τις κυβερνητικές θέσεις από το Αίγιο μέχρι την Πάτρα. Ένας λόχος με επικεφαλής τον Πέρδικα θα κατέστρεφε το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του Γλαύκου και στη συνέχεια θα καταλάμβανε το μοναστήρι στο ύψωμα του Ομπλού. Μια διμοιρία, υπό τον Νίκο Πολυκράτη, θα απασχολούσε τους χίτες και τους ΜΑΥδες, που ήταν συγκεντρωμένοι στο Σούλι. Οι δυνάμεις του Πάρνωνα, χωρισμένες σε μικρότερες ομάδες θα διενεργούσαν επιδρομές προς την περιοχή της Κάτω Αχαγιάς, ενώ ο λόχος του Μαινάλου, με τους Σαρηγιάννη και Τσακόπουλο, θα έστηνε ενέδρα κοντά στην Καλλιθέα, στη οχυρή θέση Κουμπάρες, για να χτυπήσει τις ενισχύσεις, που θα έστελνε ο κυβερνητικός στρατός από την Πάτρα. Την επίθεση κατά της Χαλανδρίτσας θα την διενεργούσε το τάγμα του Ταϋγέτου, με επικεφαλής του τον Αρίστο Καμαρινό, ενώ ολόκληρη την επιχείρηση θα τη διηύθυναν ο Κώστας Κανελλόπουλος και ο Κώστας Μπασακίδης. Η άρτια προετοιμασία του ΔΣΠ και το μπαράζ επιθέσεων που θα διενεργούσε, θα προκαλούσε πανικό σε όλο το εύρος των κυβερνητικών δυνάμεων και θα αποσπούσε την προσοχή του από τον κύριο στόχο των ανταρτών στην Χαλανδρίτσα.
Η επιχείρηση και η μάχη της Χαλανδρίτσας
Η επιχείρηση έλαβε χώρα την 4η Ιουλίου του 1948 χωρίς κανένα απρόοπτο και σύμφωνα πάντα με το προμελετημένο σχέδιο. Ο λόχος του Πέρδικα πέρασε ταχύτατα μέσα από την χαράδρα του Βελιζίου και έφθασε έγκαιρα στην περιοχή Μύλοι Λιάλιου, όπου εδράζονταν το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. Η φρουρά του εργοστασίου, αποτελούμενη από 15 μόλις φαντάρους, δύναμη μικρή για ένα τόσο μεγάλης σημασίας σταθμό, τράπηκε αμέσως σε φυγή ενώ το προσωπικό του εργοστασίου συνελήφθηκε από τους αντάρτες. Ο λόχος τοποθέτησε ειδική αγγλική νάρκη κάτω από την κεντρική τουρμπίνα του εργοστασίου, και αφού εκκένωσε το κτίριο, την ανατίναξε. Η ηλεκτροδότηση στις περιοχές του Αιγίου και της Πάτρας διακόπηκε τελείως για δύο ημέρες, ενώ το προσωπικό αφέθηκε ελεύθερο μετά την επιχείρηση. Ο Πέρδικας κινήθηκε άμεσα για το μοναστήρι στο ύψωμα του Ομπλού το οποίο καταλήφθηκε μετά από μικρή αψιμαχία με μερικούς ΜΑΥδες.
Παράλληλα οι δυνάμεις του Πολυκράτη κύκλωσαν το Σούλι και ξεκίνησαν μια αργή και καταιγιστική διείσδυση. Σκοπός του Πολυκράτη δεν ήταν φυσικά να καταλάβει την περιοχή αλλά να καθηλώσει τις δυνάμεις των χιτών και των ΜΑΥ στον χώρο. Η επιχείρηση είχε και αυτή μεγάλη επιτυχία και μάλιστα καταλήφθηκε και μια μικρή αποθηκούλα πυρομαχικών. Και στα άλλα σημεία οι δυνάμεις των ανταρτών κινήθηκαν με επιτυχία και έτσι, στις 5 το ξημέρωμα της 5ης Ιουλίου, ξεκίνησε η επίθεση στην Χαλανδρίτσα.
Στην πόλη, τα λάθη στην οχύρωση των χωροφυλάκων είχαν επισημανθεί και δέχτηκαν σφοδρό το βάρος της επίθεσης των μαχητών του ΔΣΠ. Τα οχυρά βρίσκονταν σε εξάρτηση το ένα με το άλλο και δεν είχαν δυνατότητα απομόνωσης και άμυνας. Έτσι η κατάληψη ή η διάλυση ενός από αυτού διασπούσε ολόκληρη την άμυνα της πόλης.
Η επίθεση των ανταρτών υπήρξε αιφνιδιαστική. Η ανατίναξη ενός φυλακίου με την χρήση κάποιου μικρού όλμου προκάλεσε τον πανικό στις τάξεις των χωροφυλάκων οι οποίοι έσπευσαν να υποχωρήσουν στο εσωτερικό της πόλης και να οχυρωθούν στο κτίριο της διοίκησης. Η ανταλλαγή πυροβολισμών κράτησε μέχρι και το μεσημέρι οπότε οι χωροφύλακες επιχείρησαν ελλείψει πυρομαχικών να κάνουν έξοδο για να διασπάσουν τον κλοιό των ανταρτών. Παρόλα αυτά η κακή οργάνωση της αντεπίθεσης και οι στρατηγικές θέσεις των επιτιθέμενων μετέτρεψαν γρήγορα την έφοδο σε σφαγή. Από τους 68 χωροφύλακες μονάχα 7 κατάφεραν να διασπάσουν τον κλοιό και να γλιτώσουν ενώ 15 πιάστηκαν τραυματισμένοι και οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν επί τόπου. Οι αντάρτες κατέλαβαν ολόκληρη την πόλη περίπου στις 13:45 την ίδια ημέρα. Στην πόλη καταλήφθηκε οπλισμός και πυρομαχικά αλλά και είδη ιματισμού και φάρμακα. Επίσης έγιναν και μερικές νέες στρατολογήσεις.
Οι απώλειες
ΔΣΠ: 7 νεκροί και 4 τραυματίες, ανάμεσα στους νεκρούς ο παλιός ΕΠΟΝίτης Θάνος Αργυρόπουλος.
Χωροφυλακή: 51 χωροφύλακες, ανάμεσά τους και ο διοικητής φρουράς Κώστας Παπαδόπουλος. Οι 46 από τους χωροφύλακες σκοτώθηκαν κατά την έξοδο.
Οι ενισχύσεις
Παρά τον αιφνιδιασμό τους οι χωροφύλακες της Χαλανδρίτσας έσπευσαν αμέσως να ζητήσουν ενισχύσεις από την Πάτρα. Ο σταθμός της Πάτρας έσπευσε να αποστείλει δύο λόχους χωροφυλάκων. Παρόλα αυτά οι ενισχύσεις αυτές δεν έφθασαν ποτέ αφού οι άνδρες του αρχηγείου του Μαίναλου είχαν ναρκοθετήσει και ανατινάξει το γεφύρι στην θέση Κουμπάρες. Έτσι οι λόχοι καθηλώθηκαν και περιορίστηκαν στην ανταλλαγή πυροβολισμών με τους αντάρτες.
Ενισχύσεις στην Χαλανδρίτσα επιχείρησε να στείλει και το 618 Τάγμα από το Αίγιο. Μια ενισχυμένη διλοχία ξεκίνησε με προορισμό την Χαλανδρίτσα, όμως η πορεία της ανακόπηκε από αιφνιδιαστική επίθεση των ανταρτών. Παράλληλα έξι αεροσκάφη επιχείρησαν να πετάξουν προς υπεράσπιση της Χαλανδρίτσας υποχώρησαν όμως αφού τέσσερα από αυτά κατερρίφθησαν δεχόμενα τα πυρά των αντιαεροπορικών του ΔΣΠ. Οι κυβερνητικές ενισχύσεις, με επικεφαλής τον ταγματάρχη της Χωροφυλακής Μανώλη Βενιεράκη, έφτασαν στη Χαλανδρίτσα, αφού είχε ολοκληρωθεί η καταστροφή της αστυνομικής φρουράς και αφού οι αντάρτες είχαν αποχωρήσει με τάξη. Το μόνο, που τους απασχόλησε, ήταν η περισυλλογή των νεκρών χωροφυλάκων, που τάφηκαν το απόγευμα της άλλης μέρας στο πρώτο νεκροταφείο της Πάτρας. Οι ενισχύσεις, ωστόσο, αυτές δεν τόλμησαν να παραμείνουν για πολύ χρόνο στην κωμόπολη, που δεν πρόσφερε πια καμιά ασφάλεια στις κυβερνητικές δυνάμεις. Υστέρα από μια βδομάδα υποχρεώθηκαν να αποχωρήσουν και οι μαχητές του ΔΣΕ ξαναγύρισαν στη Χαλανδρίτσα, όπου και εγκατέστησαν μόνιμα τις αρχές τους.
Πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.com