Τι προβλέπεται για τις έδρες, με βάση τον εκλογικό νόμο και την ως άνω «μίνι» σημείωση για το σκηνικό στον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης; Ότι εάν οι πολίτες επιλέξουν τον κ. Φαρμάκη, εκείνος θα εκλέξει τουλάχιστον τα 3/5 του συνόλου των υποψηφίων και στις τρεις ενότητες, άρα σίγουρα 27 Συμβούλους (το κατώτατο όριο) από τους 45.
Στην Αχαΐα αναμένεται να εκλεγούν από την παράταξή του, στην περίπτωση αυτή, 12 Σύμβουλοι, στην Αιτωλοακαρνανία 8 και 7 στην Ηλεία. Χρησιμοποιούμε τη λέξη «τουλάχιστον» καθώς ο αριθμός των εκλεγέντων θα προκύψει από το ποσοστό που θα λάβει ο νικητής (Φαρμάκης ή άλλος) στον πρώτο γύρο, οπότε και κατανέμονται οι έδρες, χρονικό σημείο που οι συνεργάτες του Ν. Φαρμάκη πιστεύουν ότι θα ολοκληρωθεί και η «μάχη».
Σημειώνεται, δε, πως στην περίπτωση που το ποσοστό «εκτιναχθεί» θα προκύψουν περισσότεροι σύμβουλοι. Ως εκ τούτου, οι 18, πιθανόν (ίσως και λιγότερες), έδρες –σε όλες τις Ενότητες- που θα καταλάβουν οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις εξαρτώνται από τον αριθμό των παρατάξεων που θα καταφέρουν να μπουν στο περιφερειακό συμβούλιο, πιάνοντας το όριο του 3%., αλλά και τη δυναμική του νυν Περιφερειάρχη.
Μένοντας στην Αχαΐα, αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις κι εφόσον οι συνδυασμοί Σκιαδαρέση και Καρπέτα καταταγούν στη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα, θα εκλέξουν πλην του επικεφαλής ακόμη έναν, το πολύ δύο, Συμβούλους. Ο τρίτος, δε, στην κατάταξη υποψήφιος Περιφερειάρχης το πιθανότερο είναι πως θα εκλέξει τον εαυτό του κι άλλον έναν (αναλόγως του ποσοστού Φαρμάκη και των συνδυασμών που θα μπουν στο Συμβούλιο). Όσο για τους υπόλοιπους, εάν κινηθούν σε χαμηλότερα ποσοστά και σίγουρα όχι πάνω από το 10%, θα εκλέξουν από έναν Περιφερειακό Σύμβουλο, δηλαδή τους επικεφαλής, όπως αναφέρει η εφημερίδα “Νεολόγος”.
Είναι λοιπόν προφανές ότι στο εν δυνάμει «βουλευτικό» ψηφοδέλτιο του Νεκτάριου Φαρμάκη στην Αχαΐα, ο ανταγωνισμός είναι μεν μεγάλος, ωστόσο δίνεται ώθηση για εκλογή περεταίρω υποψηφίων. Στον αντίποδα δεν είναι και τόσο ενθαρρυντική η συνθήκη για κάποιους ανίσχυρους γεγονός που από τη μία οδήγησε αρκετά πρόσωπα διαφορετικής πολιτικής ιδεολογίας να είναι υποψήφιοι με τον Περιφερειάρχη ή από την άλλη να μην ασχοληθούν ενεργά –σε επίπεδο υποψηφιότητας- με κάποιον άλλον συνδυασμό.